Σάββατο 19 Νοεμβρίου 2016

Φωτισμός του νου και Νοερά Προσευχή


Φωτισμός του νου και Νοερά Προσευχή

Του π. Ιωάννη Ρωμανίδη


Ο φωτισμός του νου δεν είναι μια τεχνική μέθοδος, με την οποία διαχωρίζεται η νοερά ενέργεια από την λογική ενέργεια, αλλά είναι μια κατάσταση επισκέψεως του Αγίου Πνεύματος. Αυτό γίνεται με την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος.

«Κατά τους Πατέρες της Εκκλησίας εκείνος ο οποίος έχει την επίσκεψη αυτή του Αγίου Πνεύματος, αποκτά την φώτιση του νου. Το Άγιον Πνεύμα έρχεται μέσα στην καρδιά του ανθρώπου, ανεξάρτητα από την λογική. Το Άγιον Πνεύμα μάς δίνει την ευχή και αποκτάμε την νοερά προσευχή, την νοερά λατρεία. Εμείς δίνουμε στον Θεό την λογική λατρεία».

Άλλωστε, η απουσία του Αγίου Πνεύματος συνιστά τον σκοτασμό του νου. «Τι σημαίνει εσκοτισμένος νους, Δεν έχει Πνεύμα άγιον να προσεύχεται μέσα στην καρδιά».

Φωτισμός του νου είναι η πρώτη θεωρία, από την οποία ο άνθρωπος ανεβαίνει στην θέα της δόξης του Θεού. «Γενικά, χωρίζονται οι εμπειρίες αυτές περί Θεού στο στάδιο του φωτισμού και στο στάδιο της Θεώσεως, δηλαδή. Το στάδιο της Θεώσεως δεν είναι μόνιμη κατάσταση στην ζωή αυτή, αλλά διαρκεί καθ’ όσον κανείς φτάνει στην θέωση και παραμένει στην θέωση και μετά επανέρχεται στον φωτισμό. Η σταθερή κατάσταση, η πνευματική, είναι η κατάσταση του φωτισμού». 

Η εμπειρία του φωτισμού του νου βιώνεται με την νοερά προσευχή, διότι εάν ο άνθρωπος «έχει φώτιση, έχει νοερά προσευχή».

«Έχουμε θεοπνεύστους, αυτούς οι οποίοι ευρίσκονται στην κατάσταση φωτισμού, αυτοί που έχουν την νοερά ευχή, την ευχή του Αγίου Πνεύματος μέσα στην καρδιά. Γιατί είναι αυτοί θεόπνευστοι; Διότι το ίδιο το Άγιον Πνεύμα προσεύχεται μέσα τους. Εφ' όσον δεν είναι δική τους η προσευχή αυτή δηλαδή, είναι το Πνεύμα που προσευχόταν μέσα τους. Και αυτό είναι θεοπνευστία. Και αυτά τα δύο μαζί στην εκκλησιαστική ορολογία λέγονται θεωρία».

«Για τους Πατέρες της Εκκλησίας, ο φωτισμός αποτελείται από ρήματα και νοήματα, αλλά υπό μορφή προσευχής. Οπότε, μέσα στις προσευχές, στην κατάσταση του φωτισμού υπάρχουν τα ρήματα και τα νοήματα.

Και ο άνθρωπος ο οποίος έχει την προσευχή της καταστάσεως του φωτισμού, δηλαδή την νοερά προσευχή στην καρδιά, αυτή η προσευχή φωτίζει τον νου του ανθρώπου, βλέπει δια της πίστεως πλέον, με την μαρτυρία του Αγίου Πνεύματος, πράγματα μέσα στην καρδιά του τα οποία πριν δεν τα έβλεπε, αλλά τα βλέπει δια της πίστεως αυτά τα πράγματα και κατανοεί πνευματικά, όχι φιλοσοφικά, τα ρητά και τα νοήματα.

Διαβάζει την Αγία Γραφή, έχει κατανόηση των ρητών και των νοημάτων, όχι εξ επόψεως φιλοσοφικής μεθόδου, αλλά εξ επόψεως μεθοδολογίας. Γιατί; Διότι τα ρητά και τα νοήματα θεωρούνται ως φάρμακα του ανθρώπου. Δηλαδή, όπως ο άνθρωπος έχει φάρμακα, αφού είναι άρρωστος, όταν φθάσει στην υγεία, καταργεί τα φάρμακα. Δεν είν' έτσι;

Δεν δίνουμε στους υγιείς ανθρώπους φάρμακα, τα δίνουμε στους αρρώστους, διότι είναι άρρωστοι. Και επειδή ο άνθρωπος είναι άρρωστος, γι' αυτό και έχει το φάρμακο του φωτισμού δηλαδή. Και ο φωτισμός αυτός αποτελείται από ρητά και νοήματα υπό μορφήν προσευχής, αδιαλείπτου προσευχής στην καρδιά.

Λοιπόν, αυτή η κατάσταση του φωτισμού είναι η επαφή του ανθρώπου με τον Θεό, είναι η πρώτη κοινωνία με τον Θεό, οπότε ο άνθρωπος γίνεται ναός του Αγίου Πνεύματος, Γιατί; Διότι το Άγιον Πνεύμα προσεύχεται μέσα στην καρδιά.

Αν πάρετε τις επιστολές του Αποστόλου Παύλου και τις διαβάσετε από αυτής της επόψεως, σιγά-σιγά θα καταλάβετε ότι αυτή είναι η πραγματικότητα κατά τον Απόστολο Παύλο. Και όταν μιλάει περί γλωσσολαλίας αυτό εννοεί. Όταν λέει "προσεύξομαι τω νοΐ" (Α' Κορινθίους ιδ: 15), σημαίνει θα προσευχηθώ λογικώς, διότι έχουμε και την λογική προσευχή, αλλά θα προσευχηθώ και πνευματικώς, νοερώς δηλαδή.

Και με την καρδιά προσεύχεται αδιαλείπτως όλο το εικοσιτετράωρο, ενώ με την λογική προσεύχεται ο άνθρωπος κάποτε-κάποτε, διότι τις άλλες ώρες η λογική είναι απησχολημένη με καθημερινές δουλειές».

Ενώ η νοερά προσευχή στον ενήλικα ενεργεί με λέξεις που γνωρίζει, εν τούτοις στα μωρά παιδιά ενεργεί χωρίς λέξεις και χωρίς λόγια. Ο νους προσεύχεται με τις λέξεις που προσφέρει η λογική. Όταν, όμως, η λογική στα μωρά παιδιά δεν έχει ολοκληρωμένες λέξεις, τότε ο νους προσεύχεται με τον τρόπο που εκφράζεται η μη απηρτισμένη ακόμη λογική του παιδιού.

«Δεν έχει σχέση ποια είναι η μορφή των λέξεων, αρκεί να είναι από ψαλμούς, από ευχές της Εκκλησίας κλπ. Το ίδιο που εσύ λες με την λογική σου, με αυτό το ίδιο το Άγιον Πνεύμα προσεύχεται. Όπως το μωρό παιδί δεν έχει ακόμα συνειδητοποιήσει λέξεις. Στο μωρό, όταν γίνεται η φώτιση, γίνεται χωρίς τα λόγια, δεν είναι ανάγκη να είναι λόγια αυτά, απλώς η μνήμη υπάρχει. Οπότε, τα μωρά έχουν την μνήμη αυτή. Γι' αυτό και όταν πάρετε ένα μωρό και το διδάξετε και λογικά να πιστεύει, μπορεί να είναι Άγιο. Στα δύο με τρία του χρόνια μπορείς να διδάξεις και νοερά προσευχή». 

Πάντως, η νοερά ευχή στην καρδιά δεν είναι ένα συναισθηματικό γεγονός, αλλά είναι εμπειρία πραγματική.

«Η ευχή μέσα στην καρδιά είναι εμπειρικό φαινόμενο, διότι ο άνθρωπος, όταν έχει την ευχή μέσα στην καρδιά του, την ακούει, δηλαδή είναι μάρτυς ότι έχει αυτή την εμπειρία, δεν είναι μια φαντασία, δηλαδή. Ο φωτισμός είναι εμπειρία, η θέωση είναι εμπειρία.

Μετά έχουμε και ένα άλλο φαινόμενο, μιαν άλλη όψη του θέματος. Είναι το θρησκευτικό μέρος του θέματος. Ο άνθρωπος έχει την ενέργεια που την λέμε νοερά ενέργεια και δεν είναι λογική ενέργεια. Η λογική ενέργεια έχει ως κέντρο το νευρολογικό σύστημα, η νοερά ενέργεια ως κέντρο έχει την καρδιά του ανθρώπου. 

Ώστε, όταν χωρισθεί η νοερά ενέργεια από την λογική ενέργεια και έχει την ευχή και είναι περιορισμένη η νοερά ενέργεια στον χώρο της καρδιάς, και κάθεται η καρδιά και κάνει τον παπά και τον ψάλτη, δηλαδή, όλο το εικοσιτετράωρο, τότε έχουμε τον άνθρωπο ναό του Αγίου Πνεύματος, εξ αιτίας αυτής της εμπειρίας». 

«Να φεύγουν οι λογισμοί και να τεθεί ο άνθρωπος υπό την επίβλεψη ενός Πνευματικού, ο οποίος να μπορέσει να τον οδηγήσει, ώστε να γίνει πραγματικά ναός του Αγίου Πνεύματος και να φθάσει στο να έχει την νοερά ευχή μέσα στην καρδιά του. Δηλαδή, και έτσι να γίνει ναός του Αγίου Πνεύματος. Και αυτός είναι ο κυρίως φωτισμός στους Πατέρες της Εκκλησίας. 

Η ευχή, δηλαδή η κατάσταση της ευχής, αυτός είναι ο φωτισμός. Και όταν ευρίσκεται σε αυτήν την κατάσταση, τότε η ευχή ή η προσευχή μπορεί να είναι ολόκληρη, μπορεί να μην είναι. 

Στην αρχαία Εκκλησία δεν ήταν μόνον ας πούμε το "Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με τον αμαρτωλόν" κλπ. Στην Δύση η νοερά ευχή γινόταν με ψαλμούς της Παλαιάς Διαθήκης. Και φαίνεται από τον Απόστολο Παύλο, στην προς Εφεσίους, που λέει "άδοντες και ψάλλοντες εν τη καρδία υμών τω Κυρίω" (Εφ ε΄ 19). Εκεί "άδοντες και ψάλλοντες" δεν είναι το μοντέρνο ψάλσιμο που γίνεται στην Εκκλησία. 

Διότι στην αρχαία Εκκλησία λέγεται ψάλτης, επειδή έλεγε τους ψαλμούς. Και από εκεί είναι ο ψάλτης, είναι εκείνος που λέει ψαλμούς. Οπότε, όταν λέει "άδοντες και ψάλλοντες", σήμερα θα λέγαμε μόνον "ψάλλοντες" δηλαδή δεν θα λέγαμε "άδοντες". Ψάλλοντες θα λέγαμε και αυτό είναι και το άδοντες μέσα σήμερα. Τότε όμως υπήρχε διάκριση, άδοντες και ψάλλοντες. Το "ψάλλοντες" είναι οι ψαλμοί». 

«Και όταν ο άνθρωπος αποκατασταθεί σε αυτή την κατάσταση, τότε είναι φωτισμένος και τότε γίνεται φυσιολογικός, έχει κοινωνία με τον Θεό. Αυτός είναι ο ναός του Θεού».



"Εμπειρική Δογματική τής Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας
κατά τις προφορικές παραδόσεις τού π. Ι. Ρωμανίδη"
 Τόμος Β΄

Του Σεβ. Μητρ. Ναυπάκτου και αγ. Βλασίου Ιεροθέου



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Share this

Εναλλακτικές αναρτήσεις

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...